Παντοπωλεία
Από τα πρώτα παντοπωλεία στις αρχές του 20ου αιώνα ήταν εκείνο του Μαργαρίτη. Ο Ιωάννης Μαργαρίτης καταγόταν από τη Γιαννιτσού Μακρακώμης και ήταν τσαμπάζης. Ήταν μεσίτης καπνού αλλά και σπιτιών, δηλαδή έχτιζε σπίτια και μετά τα πουλούσε. Ένα αγόρασε ο Κώστας Καρανίκας και ένα άλλο ο Αντρέας Κουστούκης.
Άλλα παλιά παντοπωλεία ήταν του Χρήστου Καλαμάτα, το οποίο λειτούργησε περίπου μέχρι τον εμφύλιο πόλεμο και του Κώστα Γαλάτου, δίπλα από το Κοινοτικό Γραφείο, το οποίο λειτούργησε τη δεκαετία του 1950. Μεταγενέστερα παντοπωλεία ήταν του Δημητρίου Μπάκα, εκεί όπου σήμερα το σπίτι του Βασίλη Ηλ.Ζαγαζίκη, και του γιου του Κώστα, εκεί όπου σήμερα είναι το κατάστημα του Χρήστου Απ.Καραγκούνη. Ένα άλλο ήταν του Ανδρέα Πάνου, «παναντρέα», στον κεντρικό δρόμο. Κοντά σε αυτό ήταν και εκείνο του Κώστα Σωτηρόπουλου. Αυτό ήταν το πιο πλήρες και ολοκληρωμένο μαγαζί, ιδίως αφότου το ανέλαβε ο γιος του Γιώργος. Πουλούσε σχεδόν τα πάντα, ό,τι χρειάζονταν ένα αγροτικό σπίτι, από τρόφιμα μέχρι εργαλεία, σιδηρικά και είδη μαναβικής. Αρκετά νεότερο ήταν το παντοπωλείο του Νίκου Γ.Κοντογεώργου στον κεντρικό δρόμο. Σήμερα που ο πληθυσμός, ιδίως το χειμώνα, έχει μειωθεί σημαντικά και με την εμφάνιση των υπεραγορών, τα καταστήματα στα χωριά λειτουργούν σαν «πολυκαταστήματα», λίγο από όλα. Δηλαδή, καφεπαντοπωλεία και ψησταριές μαζί. Και αυτά είναι του Αντώνη Δ.Σιαπέρα, του Γιώργου Σπ.Καραμήτρου, του Κώστα Γ.Κοντογεώργου και της Ευαγελίας (Λιως) Κ.Λιανοπίτη.
Καφενεία
Το παλιό και πιο κεντρικό καφενείο ήταν του Ηλία Γ.Σαμαρά στην πλατεία. Αργότερα το αγόρασε και το λειτουργεί μέχρι σήμερα ο Γιώργος Σπ.Καραμήτρος. Στην πλατεία ήταν ακόμα το καφενείο του Κωνσταντίνου Γ.Μπαρμπάτση, το οποίο συνέχισε ο γαμπρός του Κώστας Καντζάς και αργότερα ο γιος του Θανάσης. Στην πλατεία επίσης είχε ανοίξει καφενείο ο Απόστολος Επαμ.Κοντογεώργος. Το ίδιο κατάστημα συνέχισε να λειτουργεί από τους Χρήστο Β.Γκελπενή και τον κουνιάδο του Βασίλη Ηλ.Ζαγαζίκη σαν καφενείο και σαν χασαποταβέρνα. Αργότερα το λειτούργησε ο Κώστας Χρ.Σβούκας με το γιο του Θανάση, ενώ σήμερα το έχει ο Κώστας Γ.Κοντογεώργος. Κοντά στην πλατεία υπάρχει επίσης ένα καφενείο, γνωστό ως η «καφετέρια» από τα αδέλφια Γιάννη και Χρήστο Δ.Μαλάμο. Στη συνέχεια λειτούργησε από τον Κώστα Β.Ζαγγουβά, το Δημήτρη Γ.Καραγεώργο, το Δημήτρη Χουσιάδα, γαμπρό του Ανδρέα Δ.Ρίζου από τους Κομποτάδες Λαμίας και τον Κώστα Ν.Τερνιώτη. Δίπλα από το σχολείο λειτουργεί μέχρι σήμερα το καφενείο-ψησταριά του Κώστα Ηλ.Λιανοπίτη, το οποίο μετά το θάνατό του το δουλεύουν η γυναίκα του Ευαγγελία (Λιω) και ο γιος του Ηλίας. Στον κεντρικό δρόμο λειτούργησαν κατά καιρούς αρκετά καφενεία. Από τα πιο παλιά (ξεκίνησε περί το 1939 σαν μπακάλικο) ήταν του παππού Αντρέα Κουστούκη. Ένα άλλο ήταν του Κώστα Γ.Καρανίκα, ο οποίος καταγόταν από τη Λεύκα (Παλούκοβα) Ναυπακτίας και εργαζόταν ως εργάτης στη σιδηροδρομική γραμμή. Το 1911 αγόρασε το συγκεκριμένο μαγαζί από τον Ιωάννη Μαργαρίτη και το διατήρησε μέχρι τον πόλεμο του 1940. Αργότερα το λειτούργησε ο γιος του Γιάννης και στη συνέχεια ο Νίκος Ανδρ.Λούκας και ο Γιάννης Δ.Πάνος, «καλαφατάκης». Απέναντι υπήρχε το καφενείο του Σταύρου Κ.Κούτρα, γνωστού ως «μαρινέλη». Στην αίθουσα αυτού του καταστήματος οι παλιοί Περιβολιώτες παρακολούθησαν παραστάσεις διάφορων ταχυδακτυλουργών (φακίρηδων). Δίπλα από το παντοπωλείο του Ανδρέα Πάνου υπήρχε καφενείο, το οποίο λειτούργησε αρχικά ο Γιάννης Δ.Πάνος, «καλαφατάκης» και ακολούθως ο Γιώργος Δ.Καραγεώργος. Τέλος στη γωνία του κεντρικού δρόμου και του δρόμου που οδηγεί προς την εκκλησία λειτούργησε καφενείο αρχικά υπό τη διεύθυνση του Γιάννη Τσιάκα από την Παλαιά Γιαννιτσού και αργότερα του Γιάννη Ευαγγ.Παπακώστα. Το κατάστημα αυτό λειτούργησε και σαν κινηματογραφική αίθουσα παλιά, όπου προβλήθηκαν πολλές αλησμόνητες ελληνικές ταινίες από το Χρήστο Καραγιάννη με βοηθό τον Ομβριακίτη Αθανάσιο Νικολάου, που ερχόντουσαν από το Δομοκό.
Χασάπικα – Κρεοπωλεία – Ψησταριές
Τα κρεοπωλεία λειτουργούσαν συνήθως και ως ψησταριές. Ένα από τα πρώτα χασάπικα ήταν του Γιάννη Σωτηρόπουλου, που συνέχισε ο γιος του Σπύρος στον κεντρικό δρόμο. Ο Σπύρος άσκησε επίσης και το επάγγελμα του εκδοροσφαγέα. Όταν κάποιος ήθελε να σφάξει ένα αρνί ή κατσίκι φώναζε το Σπύρο με αμοιβή το δέρμα του ζώου.Άλλα χασάπικα ήταν του Σπύρου Κουτσουλέλο και του Γεωργίου Καρόζου, το οποίο συνέχισαν η κόρη του Κωνσταντία και ο γαμπρός του Βασίλης Καρκάνης. Οι παλιοί θυμούνται το νοστιμότατο κοκορέτσι και σπληνάντερο, που διέθεταν σε λαδόκολλα. Κρεοπωλείο λειτούργησε και ο Απόστολος Χρ.Καραγκούνης παράλληλα με το παντοπωλείο.
Μανάβικα
Αμιγές μανάβικο λειτούργησε για λίγα χρόνια ο Απόστολος Θεοφ.Θεοφανόπουλος δίπλα στο καφενείο του Γιάννη Παπακώστα. Γενικώς, τις ανάγκες σε αγαθά μαναβικής καλύπτουν πλανόδιοι μανάβηδες.
Βενζινάδικα
Το πρώτο πρατήριο υγρών καυσίμων ήταν του Αποστόλου Χρ.Καραγκούνη (έναντι Δημοτικού Σχολείου), το οποίο συνέχισε ο γιος του Χρήστος. Το δεύτερο είναι του Αγροτικού Συνεταιρισμού Περιβολίου στην έξοδο προς τη Μακρυρράχη.
Κουρεία
Ο πιο γνωστός κουρέας του χωριού ήταν ο Σπύρος Ιω.Σωτηρόπουλος. Αργότερα, το επάγγελμα του κουρέα άσκησε για κάμποσα χρόνια και ο Κώστας Παρδάλης, ο οποίος ερχόταν για μία ή δύο ημέρες την εβδομάδα από την Ομβριακή.
Μαστόροι – Οικοδόμοι
Οι πιο γνωστοί μαστόροι, οικοδόμοι ήταν ο Ευάγγελος Σπυράκης, ο Δημήτριος Καλαντζής, ο Κωνσταντίνος Γ.Τσώνης, ο Σπύρος Μπαρμπαρούσης, ο Κωνσταντίνος Δ.Μανιώτης, ο Ιωάννης Νικολάου, ο Νικόλαος Κ.Τσαμασιώτης και ο Δημήτριος (Τάκης) Θωμά Πατσάνης.
Το παζάρι του Δομοκού
Για τις προμήθειες διαφόρων αγαθών οι κάτοικοι κατέφευγαν στα καταστήματα του χωριού. Όμως για να αγοράσουν αγαθά που δεν εύρισκαν στα τοπικά καταστήματα και για να πουλήσουν προϊόντα, που παρήγαγαν οι ίδιοι, κατέφευγαν σε μεγαλύτερες αγορές, όπως ο Δομοκός, η Μακρακώμη και η Λαμία. Το παζάρι του Δομοκού, που γινόταν κάθε χρόνο από τις 21 έως τις 24 Μαΐου, εορτή των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, αποτελούσε σημαντικό εμπορικό γεγονός για ολόκληρη την επαρχία και συγκέντρωνε πλήθος ανθρώπων. Συστάθηκε το 1884 (ΦΕΚ 86Α΄/1884) με διάταγμα του βασιλιά Γεωργίου Α΄ ύστερα από πρόταση του Υπουργού Εσωτερικών Κ.Λομβάρδου. Στο σχετικό διάταγμα αναφέρεται: «εγκρίνομεν την σύστασιν ετησίας πανηγύρεως εν Δομοκώ, αρχομένης την εικοστήν πρώτην Μαΐου και ληγούσης την εικοστήν τετάρτην του αυτού μηνός». Πολλοί Περιβολιώτες το επισκέπτονταν για να αγοράσουν διάφορα πράγματα (τρόφιμα, οικιακό εξοπλισμό, εργαλεία κλπ.) Οι κτηνοτρόφοι είχαν την ευκαιρία να πουλήσουν τα μαλλιά από τα πρόβατά τους, που πρόσφατα είχαν κουρέψει.