Η σημασία του παιχνιδιού για την ομαλή ανάπτυξη και εξέλιξη κάθε παιδιού είναι προφανής και αυταπόδεικτη. Δεν νοείται παιδί χωρίς να παίζει. Το παιχνίδι παίζει πολύ σημαντικό ρόλο από παιδαγωγική άποψη, αλλά και για την κοινωνικοποίηση και ψυχική ισορροπία του παιδιού.Βέβαια, μιλώντας σήμερα για παιχνίδια εννοούμε κυρίως τα ηλεκτρονικά παιχνίδια, που παίζονται στον ηλεκτρονικό υπολογιστή, στο κινητό τηλέφωνο ή στο playstation. Παιχνίδια, που παίζονται στην πολυθρόνα ή στην καρέκλα, ώρες μπροστά στην οθόνη και χωρίς σωματική προσπάθεια. Μάλιστα έχουν καταγραφεί σοβαρότατα προβλήματα εθισμού στα διαδικτυακά παιχνίδια.Αρκετές δεκαετίες πριν, τα παιδιά για την ψυχαγωγία τους επινοούσαν παιχνίδια, τα οποία απαιτούσαν απλά μέσα και κατασκευές. Παίζονταν κυρίως στο δρόμο, στην αυλή ή στην αλάνα. Επειδή παίζονταν στο ύπαιθρο απαιτούσαν τρέξιμο και γενικά σωματική προσπάθεια. Καλλιεργούσαν επίσης το ομαδικό πνεύμα και τη συνεργατικότητα, σε αντίθεση με τα ηλεκτρονικά παιχνίδια που καλλιεργούν την ατομικότητα αφού ο συμπαίκτης ή ο αντίπαλος είναι ο υπολογιστής. Αυτό ήταν ένας λόγος που δεν υπήρχε παλιά παιδική παχυσαρκία.Πολλές φορές έπρεπε να χωριστούν σε δύο ομάδες. Στην περίπτωση αυτή αρχικά ορίζονταν οι δύο αρχηγοί, οι οποίοι στη συνέχεια διάλεγαν τους συμπαίκτες τους. Για το ποιος θα ξεκινούσε να διαλέγει χρησιμοποιούσαν διάφορους τρόπους.

Ένας τρόπος ήταν το «ήλιος και βροχή». Ο ένας αρχηγός έπαιρνε ένα κομματάκι πλακερής πέτρας, το έφτυνε στη μία πλευρά και έλεγε στον δεύτερο αρχηγό: «Τι θέλεις, ήλιο ή βροχή»; Εκείνος διάλεγε το ένα από τα δύο. Πετούσαν την πέτρα στον αέρα στριφτά, η οποία έπεφτε φυσικά με τη μια όψη. Κέρδιζε εκείνος που μάντεψε και είχε το πλεονέκτημα να αρχίσει πρώτος την επιλογή συμπαικτών. Αργότερα αυτό αντικαταστάθηκε από το «κορώνα – γράμματα» με το στρίψιμο δεκάρας.Άλλος τρόπος ήταν τα «ποδαράκια». Οι δύο αρχηγοί – «μάνες» στέκονταν απέναντι σε μικρή σχετικά απόσταση και έπρεπε να πλησιάσουν και να ακουμπήσουν ο ένας τον άλλο με τα πόδια. Περπατούσαν έτσι ώστε το ένα πόδι τους να ακουμπάει το άλλο. Κέρδιζε όποιος πατούσε πρώτος το πόδι του άλλου. Ηταν θέμα αρχικής συμφωνίας να χρησιμοποιούν εκτός από «ολόκληρα» και «μισά» (κάθετα) πόδια ή και «μύτες».

Ένας άλλος τρόπος ήταν τα «ξυλαράκια». Η μία «μάνα» έπαιρνε δύο ξυλαράκια με διαφορετικό μήκος και τα κρατούσε στη χούφτα του αφήνοντας να φαίνονται από πάνω οι δύο άκρες. Η άλλη «μάνα» έπρεπε να μαντέψει ποιο ήταν το μικρό ή το μεγάλο. Αν το πετύχαινε κέρδιζε.Όταν ήθελαν να επιλεγεί ένα παίκτης, π.χ. για να τα φυλάξει, έπαιζαν το «α μπε μπα μπλομ». Στέκονταν γύρω-γύρω και ένας παίκτης έλεγε την εκ πρώτης όψεως ακατανόητη φράση «α μπε μπα μπλομ, του κίθε μπλομ, α μπε μπα μπλομ του κίθε μπλομ, μπλιμ μπλομ» χτυπώντας ελαφρά με το χέρι του κάθε παίκτη στο στήθος. Επιλέγονταν εκείνος στον οποίο αντιστοιχούσε η τελευταία συλλαβή.

Ένας άλλος τρόπος ήταν το «γκολ-πα-νιά». Έκαναν έναν κύκλο απήγγειλαν τη φράση «γκολ-πα-νιά» και τέντωναν τα χέρια μπροστά άλλοι με την παλάμη προς τα κάτω και άλλοι προς τα πάνω. Οι περισσότεροι έβγαιναν. Επαναλάμβαναν το ίδιο μέχρι να μείνει στο τέλος ένας.Ένας άλλος τρόπος ήταν με το τραγουδάκι «έχω ένα αυτοκίνητο». Τα παιδιά στέκονταν γύρω-γύρω σε κύκλο και ένας παίκτης τραγουδούσε: «Έ-χω έ-να αυ-το-κί-νη-το που ό-λο ό-λο τρέ-χει και πού θα στα-μα-τή-σει»; Για κάθε συλλαβή χτυπούσε ελαφρά με το χέρι του κάθε παίκτη στο στήθος. Ο τελευταίος απαντά με μια πόλη ή μια χώρα, π.χ.:

-Στη Λα-μί-α.

-Και τι χρώ-μα θα ζη-τη-σει η Λα-μί-α;

-Πράσινο.

-Έ-χεις ε-σύ α-πά-νω σου χρώ-μα πρά-σι-νο;

Αν το παιδί που αντιστοιχεί στην τελευταία συλλαβή δεν έχει το συγκεκριμένο χρώμα επιλέγεται.

 Τα παιχνίδια μας

Ορισμένα από τα πιο δημοφιλή παιχνίδια περιγράφονται παρακάτω.

1.Μακριά γαϊδούρα

Παίζονταν από δυο ομάδες αγοριών και ένα άλλο παιδί που έκανε τη μάνα, το οποίο στέκονταν όρθιο και ακουμπούσε το πίσω μέρος του σώματός του σε σταθερό μέρος (τοίχο ή δέντρο). Τα παιδιά της μιας ομάδας έσκυβαν το ένα πίσω από το άλλο και ο πρώτος απ’ αυτούς μπροστά από τη μάνα και γίνονταν η μακριά γαϊδούρα. Τα παιδιά της άλλης ομάδας πηδούσαν πάνω τους με τρόπο, ώστε να μην πέσουν και να υπάρχει χώρος για τους επόμενους. Το πρώτο παιδί που πηδούσε έδειχνε στην μάνα κάποια δάχτυλα του χεριού του. Το πρώτο παιδί από την άλλη ομάδα έπρεπε να μαντέψει σωστά. Αν μάντευε σωστά ή αν κάποιος έπεφτε από τη γαϊδούρα, τότε έχανε η ομάδα και άλλαζαν ρόλους, αλλιώς συνέχιζαν μέχρι να χάσουν το παιχνίδι.

2. Σκαμνάκια

Όλα τα παιδιά έσκυβαν με τη σειρά και σε απόσταση το ένα από το άλλο περίπου δύο με τρία μέτρα. Το τελευταίο παιδί στηρίζοντας τα χέρια του στις πλάτες των σκυμμένων παιδιών περνούσε πάνω από κάθε παιδί μέχρι το τελευταίο, οπότε ερχόταν η σειρά του για επίκυψη. Το ίδιο έκαναν όλα τα παιδιά με τη σειρά τους.

3. Σκλαβάκια ή Αμπάριζα

Τα παιδιά χωρίζονται σε δύο ομάδες. Κάθε ομάδα ορίζει ένα σημείο εκκίνησης (κολόνα, πέτρα, δέντρο), ας το πούμε «λημέρι». Τα δυο “λημέρια” βρίσκονται σε απόσταση το ένα από το άλλο. Στην αρχή ένα παιδί της μιας ομάδας φωνάζει «παίρνω αμπάριζα και βγαίνω» και προκαλεί τα παιδιά της αντίπαλης ομάδας να το κυνηγήσουν. Ένα παιδί της άλλης ομάδας φωνάζει «παίρνω αμπάριζα και βγαίνω» για να κυνηγήσει το άλλο παιδί. Σιγά-σιγά αυτό γενικεύεται. Όταν ένα παιδί πιάσει έναν αντίπαλο τον «φυλακίζει» στο «λημέρι» της ομάδας του. Για να «αποφυλακιστεί» πρέπει κάποιος της ομάδας του να τον ακουμπήσει. Κερδίζει εκείνη η ομάδα που έχει τους περισσότερους «αιχμαλώτους» (σκλαβάκια) ή ακόμα καλύτερα όταν καταλάβει το «λημέρι» (ακουμπήσει την κολόνα) του αντιπάλου.

4.Τσιλίκα

Παίζεται από δύο ή περισσότερα παιδιά. Χρειάζονται δύο ξύλινες βέργες, μία μακριά μήκους περίπου 60-80 εκ. (η τσιλίκα) και μία άλλη μήκους 20-30 εκ. περίπου (τσιλίκι), που είναι ξυσμένη στις δύο άκρες. Με κάποιον από τους τρόπους που αναφέρθηκε στην αρχή ορίζεται ποιος παίκτης θα αρχίσει πρώτος.Αυτός βάζει πάνω από μια μικρή σκαμμένη εσοχή στο έδαφος το τσιλίκι, παράλληλα προς το έδαφος, κι έχοντας τα άλλα παιδιά απέναντι του, χτυπάει με την τσιλίκα το τσιλίκι, για να πάει όσο πιο μακριά μπορεί, προσέχοντας όμως να μην το πιάσουν τα άλλα παιδιά. Αν το πιάσει ένα απ’ τα παιδιά, τότε πηγαίνει αυτό το παιδί να ρίξει το τσιλίκι και εκείνος που το έριξε πριν, αλλάζει θέση και πηγαίνει απέναντι με τα άλλα παιδιά. Αν δεν το πιάσει κανείς, τότε κάποιος απ’ τους απέναντι ρίχνει το τσιλίκι για να χτυπήσει την τσιλίκα, που την τοποθετεί εκείνος που έριξε το τσιλίκι οριζόντια στο έδαφος. Αν τη χτυπήσει αλλάζουν θέσεις. Αν δε χτυπήσουν την τσιλίκα, τότε ο κύριος παίχτης βάζοντας το τσιλίκι σε ένα σημείο κοντά στην εσοχή, χτυπάει το τσιλίκι με την τσιλίκα στη μία άκρη του και αυτό ανασηκώνεται ψηλά. Κατόπιν ο παίχτης αν το χτυπήσει μία φορά δυνατά μετράει την απόσταση από το μέρος που το έριξε μέχρι το σημείο που έπεσε με την τσιλίκα και όποιο νούμερο βρει, είναι οι πόντοι που κέρδισε. Επίσης, αν πριν χτυπήσει το τσιλίκι για να το στείλει μακριά, το χτυπήσει άλλη μια φορά (συνολικά 2) τότε τους πόντους, τους μετράει με το τσιλίκι και όχι με την τσιλίκα. Και αν το χτυπήσει 2 φορές (συνολικά 3), τότε οι πόντοι μετράνε με το διπλάσιο νούμερο που βρίσκεται μετρώντας την απόσταση με το τσιλίκι κ.ο.κ

5.Κολοκυθιά

Οι παίκτες κάθονται γύρω-γύρω και βγάζουν έναν αρχηγό, συνήθως από τα πιο μεγάλα παιδιά. Καθένας από τους παίκτες παίρνει έναν αριθμό. Κάθε παίκτης πρέπει να θυμάται καλά τον αριθμό του, γιατί απ’ αυτό θα εξαρτηθεί αν θα κερδίσει ή θα χάσει. Πρώτος μιλάει ο αρχηγός και λέει:

– Έχω μια κολοκυθιά που κάνει π.χ. τρία κολοκύθια!

Ο παίκτης που έχει τον αριθμό τρία ρωτάει:

– Και γιατί να κάνει τρία;

– Και πόσα θέλεις να κάνει; ρωτάει ο αρχηγός.

– Να κάνει π.χ. οχτώ.

Ο παίκτης που έχει τον αριθμό οχτώ ρωτάει:

– Και γιατί να κάνει οκτώ;

Το παιχνίδι συνεχίζεται μ’ αυτόν τον τρόπο. Αν κανείς ακούσει τον αριθμό του και δεν απαντήσει αμέσως ή πει ανύπαρκτο αριθμό χάνει.

6.Μπιζζζζζ

Οι παίκτες αποφασίζουν με κάποιο τρόπο ποιος θα τα “φυλάει”. Αυτός συνήθως στέκεται όρθιος με το ένα χέρι κάτω από την απέναντι μασχάλη με την παλάμη ανοιχτή προς τα επάνω, ενώ με το άλλο χέρι κρατάει κλειστά τα μάτια του. Οι άλλοι παίκτες στέκονται πίσω του. Ένας απ’ αυτούς τον πλησιάζει, του χτυπάει την ανοιχτή παλάμη και ύστερα απομακρύνονται όλοι χοροπηδώντας και στριφογυρίζοντας το δάχτυλο τους φωνάζοντας «μπιζζ!». Αυτός που τα φυλάει πρέπει να μαντέψει ποιος τον χτύπησε. Αν τον ανακαλύψει, τότε αυτός παίρνει τη θέση του αλλιώς το παιχνίδι συνεχίζεται κατά τον ίδιο τρόπο.

7.Η σβούρα

Ήταν ξύλινη σε σχήμα κώνου και στην κάτω άκρη έχει ένα μεταλλικό καρφί. Η περιστροφή μπορούσε να γίνει με δύο τρόπους. Με ένα σχοινάκι που τυλίγεται  γύρω – γύρω από τη σβούρα και τραβιέται απότομα ή στρίβοντας το κεφάλι της με τα δάκτυλα. Κερδίζει η σβούρα που γυρίζει περισσότερη ώρα.

8.Σπασμένο τηλέφωνο

Το παιχνίδι παίζεται με οσουσδήποτε παίχτες. Τα παιδιά κάθονται στη σειρά και ο πρώτος λέει μία λέξη στο αυτί του δεύτερου, ο δεύτερος στον τρίτο, κ.ο.κ. έτσι ώστε να φτάσει στον τελευταίο. Αν ο τελευταίος βρει την αρχική λέξη, τότε πηγαίνει μπροστά και λέει τη δική του. Τις περισσότερες φορές η λέξη που λέγει ο τελευταίος παίκτης είναι τελείως διαφορετική από εκείνη που είπε ο πρώτος παίκτης, γι’ αυτό λέγεται και «σπασμένο τηλέφωνο».

9.Ρόδα

Παιχνίδι ταχύτητας. Παίζονταν με ένα μεταλλικό συνήθως στεφάνι από βαρέλι, παιδικό καρότσι κλπ. Άλλες φορές την έφτιαχναν τα παιδιά με χοντρό σύρμα. Με ένα σύρμα χοντρό ή ξύλο έσπρωχναν το στεφάνι. Μπορούσαν έτσι να κάνουν χιλιόμετρα ολόκληρα. Κέρδιζε όποιος έφτανε πρώτος σε προκαθορισμένο σημείο.

10.Τριότα – εννιάρα

Πάνω σε μια πλακερή πέτρα ή σε χαρτί ή και στο έδαφος σχεδίαζαν το σχήμα που φαίνεται από κάτω. Παίζονταν σαν τη σημερινή τρίλιζα, χρησιμοποιώντας διάφορα αντικείμενα (πετραδάκια, φασόλια, κουμπιά κ.ά.). Σκοπός ήταν να τοποθετηθούν σε ευθεία γραμμή οριζοντίως, καθέτως ή διαγωνίως.

11.Σφεντόνα

Κατασκευάζονταν με μία μικρή φούρκα, δύο λάστιχα και ένα πετσάκι. Το χρησιμοποιούσαν για να κυνηγήσουν σπουργίτια ή να συναγωνιστούν στην σκοποβολή. Κάποιες φορές έσπαζε και κανένα τζάμι. Επικίνδυνο παιχνίδι, γιατί οι πέτρες που εκτοξεύονταν μπορούσαν να προκαλέσουν τραυματισμό.

12.Τα μήλα

Δύο παιδιά στέκονται αντικριστά σε απόσταση 15-20 μέτρων. Τα υπόλοιπα παιδιά κινούνται ανάμεσά τους προσπαθώντας να μη χτυπηθούν από την μπάλα, που πετάνε τα δύο παιδιά. Οι δύο παίκτες προσπαθούν πετώντας δυνατά μια μπάλα να πετύχουν κάποιο από τα παιδιά που τρέχουν πάνω κάτω. Αν ένα παιδί χτυπηθεί από την μπάλα «καίγεται» και βγαίνει από το παιχνίδι. Αν κάποιο παιδί πιάσει την μπάλα κερδίζει ένα «μήλο», το οποίο θα του φανεί χρήσιμο αργότερα σε περίπτωση που «καεί» το ίδιο ή κάποιος φίλος του. Όταν μείνει μονάχα ένα παιδί στο κέντρο και για να τελειώσει κάποτε το παιχνίδι, ορίζεται ένας συγκεκριμένος αριθμός προσπαθειών π.χ. δέκα, ανά πέντε από κάθε παίκτη. Για κάθε προσπάθεια φωνάζουν ρυθμικά «ένα μήλο», «δύο μήλα» κλπ. Αν χτυπηθεί το παιδί που είναι μέσα, χάνει και το παιχνίδι ξαναρχίζει με άλλους παίκτες στα τέρματα. Αν δεν χτυπηθεί, το παιχνίδι αρχίσει πάλι με τους ίδιους παίκτες στα άκρα.

13.Η μικρή Ελένη

Παίζεται συνήθως από κορίτσια. Τα κοριτσάκια στέκονται όρθια σχηματίζοντας έναν κύκλο, που κοιτάζει προς τα μέσα. Στο κέντρο κάθεται γονατιστό ένα κοριτσάκι, που κάνει τάχα ότι κλαίει. Τα άλλα γυρίζουν γύρω-γύρω και τραγουδούν:

Η μικρή Ελένη κάθεται και κλαίει

γιατί δεν την παίζουν οι φιλενάδες της.

Σήκω απάνω, πλύνε τα μάτια,

κοίταξε τον ήλιο κι αποχαιρέτησε!

Το κοριτσάκι, τότε, που κάνει την Ελένη, «πλένει» τα μάτια της και κοιτάζει τον ήλιο κι ύστερα σηκώνεται ξαφνικά και πιάνει ένα από τα άλλα, που γίνεται εκείνο Ελένη με τη σειρά του.

14.Δεν περνάς κυρά Μαρία

Πιάνονται από το χέρι και σχηματίζουν κύκλο, ενώ ένα κορίτσι από τα μεγαλύτερα, η κυρα-Μαρία, στέκεται στη μέση. Αρχίζουν να γυρίζουν γύρω-γύρω και τραγουδούν, ενώ η κυρα-Μαρία προσπαθεί να περάσει ανάμεσά τους.

-Που θα πας κυρα-Μαρία, δεν περνάς δεν περνάς,

που θα πας κυρα-Μαρία, δεν περνάς, περνάς!

-Θε να πάω εις τους κήπους δεν περνώ, δεν περνώ.

θε να πάω εις τους κήπους δεν περνώ, περνώ!

-Τι να κάνεις εις τους κήπους δεν περνάς, δεν περνάς

τι να κάνεις εις τους κήπους δεν περνάς, περνάς!

-Να μαζέψω δυο βιολέτες δεν περνώ, δεν περνώ

να μαζέψω δυο βιολέτες δεν περνώ, περνώ!

-Τι τις θέλεις τις βιολέτες δεν περνάς, δεν περνάς

τι τις θέλεις τις βιολέτες δεν περνάς, περνάς!

-Να τις δώσω της καλής μου δεν περνώ, δεν περνώ

να τις δώσω της καλής μου δεν περνώ, περνώ!

-Και ποια είναι η καλή σου δεν περνάς, δεν περνάς

και ποια είναι η καλή σου δεν περνάς, περνάς!

-Η καλή μου είναι (π.χ. η Ελένη) δεν περνώ, δεν περνώ

η καλή μου είν’ (π.χ. η Ελένη) δεν περνώ, περνώ!

Μόλις ακούσει τ’ όνομά του το κορίτσι που ανέφερε η κυρα-Μαρία, φεύγει απ’ τον κύκλο και μπαίνει στη μέση και είτε γίνεται αυτό κυρα-Μαρία και το παιχνίδι συνεχίζεται έτσι είτε στέκεται στο πλάι της κυρα-Μαρίας, που συνεχίζει ν’ αναφέρει σε κάθε επανάληψη του τραγουδιού κι από μια φιλενάδα της, ώσπου δε μένουν πια αρκετά κορίτσια, για να σχηματίσουν κύκλο κι έτσι το παιχνίδι τελειώνει.

15.Κρυφτό

Αρχικά επιλέγεται ο παίκτης που θα τα φυλάξει. Κλείνει τα μάτια ακουμπώντας σε ένα δέντρο ή παιδί, που αποτελεί τη βάση και μετράει ανά 1 ή ανά 5 μέχρι έναν αριθμό που ορίζεται από την αρχή. Μόλις τελειώσει, λέει «φτου και βγαίνω» και αρχίζει να ψάχνει για τα παιδιά. Όταν βρει ένα παιδί λέει «φτου» και το όνομα του παιδιού. Αν ένα από τα παιδιά καταφέρει να πλησιάσει πρώτο στη βάση φωνάζει «φτου ξελευτεριά». Τότε τα φυλάει το ίδιο παιδί. Σε αντίθετη περίπτωση τα φυλάει το παιδί που βρήκε πρώτο.

16.Κυνηγητό

Χαράζεται πάνω στο χώμα μια γραμμή για αφετηρία και ορίζεται το τέρμα (δέντρο ή πέτρα). Επιλέγεται επίσης με έναν από τους τρόπους, που αναφέρθηκαν στην αρχή, αυτός που θα τα «φυλάει». Μόλις δοθεί το σύνθημα, τα παιδιά τρέχουν να φύγουν και αυτός που τα φυλάει, τρέχει να τα πιάσει, ενώ εκείνα με ελιγμούς προσπαθούν να τον αποφύγουν και να φτάσουν στο τέρμα. Μόλις φτάσουν, πρέπει να  χτυπήσουν το τέρμα, να  φτύσουν και να φωνάξουν «έφτυσα». Αν ένα παιδί χτυπηθεί στον ώμο απ’ αυτόν που τα φυλάει, πριν φτάσει στο τέρμα ή αν ξεχάσει να φτύσει, τότε καίγεται και τα φυλάει αυτό με τη σειρά του.

17.Περνά-περνά η μέλισσα

Το παιχνίδι παίζεται συνήθως από κορίτσια. Αρχικά, δύο από τα πιο μεγάλα παιδιά, ορίζονται σαν μάνες και η κάθε μια παίρνει με κλήρωση ένα φρούτο (πορτοκάλι ή μήλο) ή ένα χρώμα (κόκκινο ή μπλε) ή ακόμα τον ήλιο ή το φεγγάρι. Οι δύο μάνες στέκονται η μία απέναντι από την άλλη και κρατιούνται με τα χέρια τεντωμένα σχηματίζοντας καμάρα. Τα υπόλοιπα παιδιά σχηματίζουν μια γραμμή, το ένα πίσω από το άλλο κρατημένα από τη μέση και προχωρούν προς την καμάρα τραγουδώντας:

Περνά-περνά η μέλισσα

με τα μελισσόπουλα

και με τα παιδόπουλα!

Όταν φτάσουν μπροστά από την καμάρα οι δύο μάνες τα ρωτούν:

-Από πού ερχόσαστε;

-Από την π.χ. Λάρισα.

-Και τι έχετε φορτωμένα;

-π.χ. σταφύλια και ρεβίθια.

-Περάστε μέσα.

Σηκώνουν λοιπόν τα χέρια τους και τα παιδιά περνούν κάτω από την καμάρα, βουΐζοντας σαν τις μέλισσες. Την ώρα που περνάει το τελευταίο παιδί, οι δύο μάνες κατεβάζουν τα χέρια τους, το «αιχμαλωτίζουν» και το ρωτούν χαμηλόφωνα ώστε να μην ακούσουν τα άλλα:

-Τι θέλεις, μήλο ή πορτοκάλι;

Ανάλογα με την απάντηση πηγαίνει πίσω από τη μάνα που έχει πάρει το αντίστοιχο φρούτο και θα πιαστεί απ’ τη μέση της. Το παιχνίδι συνεχίζεται κατά τον ίδιο τρόπο, ώσπου τα παιδιά να μοιραστούν και να πάρουν θέση πίσω από τις μάνες (το τελευταίο παιδί το ρωτούν φανερά). Σκοπός του παιχνιδιού είναι η κάθε ομάδα να τραβήξει προς το μέρος της την άλλη. Όποια το πετύχει, κερδίζει.

18.Τυφλόμυγα

Αρχικά επιλέγεται με κάποιο τρόπο το παιδί που θα τα «φυλάει», δηλαδή θα κάνει την τυφλόμυγα. Του κλείνουν τα μάτια με ένα μαντήλι. Με τα μάτια κλεισμένα προσπαθεί να πιάσει κάποιο παιδί. Όταν πιάσει κάποιο παιδί πρέπει να βρει ποιο είναι. Αν το αναγνωρίσει τότε αυτό το παιδί κάνει τη τυφλόμυγα, αλλιώς συνεχίζει.

19.Τα βεζύρια ή Πεντόβολα

Παίζονταν κυρίως από κορίτσια. Χρειάζονταν 4 ή 8 βεζύρια και μία πέτρα μικρού μεγέθους, τον «κούκο». Τα βεζύρια ήταν κόκκαλα από τις αρθρώσεις των ποδιών των αρνιών. Αν δεν είχαν κόκκαλα χρησιμοποιούσαν χαλίκια.

Πρώτη κίνηση ήταν να αφήσουν κάτω τα βεζύρια. Ακολούθως έπρεπε να στήσουν ένα-ένα τα βεζύρια. Τέλος έπρεπε να τα πάρουν ένα-ένα. Σε κάθε μία από αυτές τις ενέργειες πετούσαν ψηλά τον κούκο και τον έπιαναν πριν πέσει κάτω. Αυτή ήταν η πρώτη φάση. Στη δεύτερη φάση τα έπαιρνα δύο-δύο, στην τρίτη όλα μαζί και στην τέταρτη τα περνούσαν κάτω από την καμάρα που σχημάτιζε ο αντίχειρας και ο δείκτης του χεριού τους. Έχαναν αν δεν πετύχαιναν το στόχο ή αν έπεφτε κάτω ο κούκος.

20.Κούνια ή Αιώρα

Γίνεται πολύ εύκολα με τριχιά (χοντρό σκοινί), που περνάει πάνω από ένα γερό χοντρό κλωνάρι δέντρου σε κατάλληλο ύψος. Οι δύο άκρες δένονται σφιχτά σε κόμπο. Πολλές φορές οι άκρες δένονται σε σανίδα για μεγαλύτερη άνεση κατά το κούνημα.

21.Κουτσό ή καλόγηρος

Τα παιδιά σχεδιάζουν στο έδαφος ένα μεγάλο παραλληλόγραμμο που χωρίζεται με γραμμές σε τέσσερα ή πέντε τμήματα. Παίζεται με μία λεία πλακωτή πέτρα μήκους περίπου 8-10 πόντων, τη «σημάδα». Το πρώτο παιδί ρίχνει τη σημάδα στο πρώτο τετράγωνο χωρίς να ακουμπήσει κάποια γραμμή. Περνάει με κουτσό από όλα τα τετράγωνα και βγαίνει έξω από το παραλληλόγραμμο πατώντας και τα δύο πόδια. Γυρίζει πάλι κουτσό και πετάει τη σημάδα έξω. Αυτό επαναλαμβάνεται με όλα τα τετράγωνα. Τέλος πετάει τη σημάδα έξω αλλά όχι μακριά από το παραλληλόγραμμο. Χάνει αν πατήσει και το άλλο πόδι ενώ δεν επιτρέπεται ή αν η σημάδα ακουμπήσει κάποια γραμμή. Το ίδιο επαναλαμβάνεται με όλους τους παίκτες.

22.Το μαντήλι

Παίζεται από αγόρια και κορίτσια. Τα παιδιά χαράζουν δυο παράλληλες γραμμές που απέχουν 20 περίπου μέτρα. Στο κέντρο αυτής της απόστασης σημειώνεται ένας κύκλος και μέσα σ’ αυτόν τοποθετείται ένα μαντήλι ή ένα παιδί στέκεται όρθιο κρατώντας το μαντήλι. Ορίζεται ένας αρχηγός που δίνει τις εντολές. Τα παιδιά χωρίζονται σε δύο ισοπληθείς ομάδες και στέκονται πίσω από τις δύο γραμμές αριθμώντας. Ο αρχηγός στέκεται έξω από το χώρο των παιδιών και φωνάζει ένα νούμερο. Τα παιδιά που έχουν το νούμερο αυτό πρέπει να τρέξουν με μεγάλη ταχύτητα για να προλάβουν να πάρουν πρώτοι το μαντήλι από το κέντρο χωρίς όμως να χτυπηθούν από τον αντίπαλο. Συμβαίνει πολλές φορές να φτάσουν μαζί στον κύκλο που είναι το μαντήλι και να μην το πάρουν από το φόβο μήπως ο αντίπαλος τους χτυπήσει. Έτσι δεν το παίρνει κανένας, επιστρέφουν στη θέση τους και ο αρχηγός φωνάζει άλλο νούμερο. Ο παίκτης που θα καταφέρει να πάρει το μαντήλι χωρίς να χτυπηθεί, κερδίζει ένα πόντο για την ομάδα του. Αν όμως χτυπηθεί, τον πόντο τον κερδίζει η αντίπαλη ομάδα. Νικήτρια είναι η ομάδα που καταφέρνει να συγκεντρώσει τους περισσότερους πόντους.

23.Πετάει-Πετάει

Παίζεται από μικρό σχετικό αριθμό παικτών. Ο αρχηγός λέει: «πετάει το …» και συμπληρώνει με ένα πράγμα ή ζώο σηκώνοντας ψηλά ταυτόχρονα το χέρι του. Οι άλλοι παίκτες, ανάλογα με αυτό που ακούν, πρέπει να σηκώσουν ή όχι το χέρι. Αν κάνουν το αντίθετο, δέχονται μια ποινή π.χ. χτύπημα στην πλάτη.

24.Δυο πουλάκια

Παίζεται από ένα μεγάλο παιδί που θέλει να δείξει σε μικρότερα παιδιά ότι είναι ταχυδακτυλουργός. Ο αρχηγός έκοβε δύο μικρά χαρτάκια και τα κολλούσε με σάλιο στα νύχια δύο δακτύλων των χεριών. Ύστερα έλεγε τη φράση: «Έχω δυο πουλάκια μέσ’ τα καλαθάκια. Πέταξε το ένα, πέταξε και τ’ άλλο». Ταυτόχρονα σήκωνε το ένα χέρι με προτεταμένο το δάχτυλο που είχε το χαρτάκι πάνω από το κεφάλι του. Επιστρέφοντας το χέρι πρότεινε ένα άλλο δάχτυλο, από αυτά που δεν είχαν χαρτί. Το ίδιο έκανε και με το άλλο χέρι. Ακολούθως συνέχιζε: «Ήρθε το ένα, ήρθε και το άλλο». Ταυτόχρονα σήκωνε το ένα χέρι με προτεταμένο το δάχτυλο, αλλά στην επαναφορά είχε προτεταμένο το δάχτυλο με το χαρτί. Το ίδιο έκανε και με το άλλο χέρι.

25.Σχοινάκι

Υπάρχουν δύο εκδοχές, η ατομική και η ομαδική. Κατά την πρώτη ένα παιδί μόνο του κρατώντας στα χέρια ένα σχοινάκι το περιστρέφει κάτω από τα πόδια και πάνω από το κεφάλι τρέχοντας. Στη δεύτερη περίπτωση δύο παιδιά περιστρέφουν ένα σχοινάκι μήκους περίπου 5-6 μέτρων κρατώντας το από τις δύο άκρες. Τα άλλα παιδιά αναπηδούν ώστε να μην ακουμπήσουν το σχοινί. Όποιο χτυπηθεί αναλαμβάνει να περιστρέφει το σχοινάκι.

26.Βόλια ή Μπίλιες

Τα παιδιά έφτιαχναν μόνα τους τα βόλια είτε από πηλό που τα άφηναν να στεγνώσουν ή τα έψηναν στο παραγώνι είτε από πλαστικές τσατσάρες (χτένες) που τις έλιωναν στη φωτιά (γνωστά ως τσατσαρένια). Αργότερα κυκλοφόρησαν στο εμπόριο έτοιμα πήλινα βόλια βαμμένα, γυάλινα χρωματιστά βόλια, οι γυάλες και μεταλλικά, οι μπίλιες. Τοποθετούσαν τα βόλια αυτά σε ορισμένα σημεία και προσπαθούσαν να τα πετύχουν με άλλο βόλι.

27.Ξύλινο πατίνι

Αυτοσχέδια κατασκευή από τα ίδια τα παιδιά. Το έφτιαχναν με σανίδες. Για ρόδες χρησιμοποιούσαν ρουλεμάν, η εύρεση των οποίων αποτελούσε το μεγαλύτερο πρόβλημα. Ένας δρόμος με ελαφριά κατηφόρα ήταν η καλύτερη πίστα.

28.Γύρω-γύρω όλοι

Το μόνο που χρειάζεται γι’ αυτό το παιχνίδι είναι ένα σκαμνί. Ορίζεται αρχικά ο Μανόλης (με ένα από τους τρόπους που έχουν αναφερθεί στην αρχή αυτού του κεφαλαίου). Ο Μανώλης στέκεται όρθιος δίπλα στο σκαμνί. Τα άλλα παιδιά σχηματίζουν κύκλο γύρω από το σκαμνί πιασμένα χέρι-χέρι και τραγουδούν:

Γύρω-γύρω όλοι, στη μέση ο Μανώλης, χέρια πόδια στη γραμμή

κι όλοι κάθονται στη γη κι ο Μανώλης στο σκαμνί.

Με το που τελειώνει το τραγούδι όλοι κάθονται στις φτέρνες τους, σε βαθύ κάθισμα. Ο Μανώλης που πρέπει κι αυτός να κάτσει στο σκαμνί του, προσπαθεί να εντοπίσει το παιδί που η παρέα όρισε να του τραβήξει το σκαμνί, ώστε να μην πέσει κάτω. Αν ο Μανώλης καταφέρει να κάτσει στο σκαμνί, το άλλο παιδί γίνεται ο νέος Μανώλης. Αν όμως το παιδί πάρει το σκαμνί, χάνει και παραμένει Μανώλης ο ίδιος.

29.Μέλισσα μελισσίτητα

Τα παιδιά χωρίζονται σε δύο ομάδες. Στέκονται αντικριστά σε απόσταση δεκαπέντε – είκοσι μέτρων ανάμερα τους και πιάνονται γερά από τα χέρια. Τότε γίνεται ο ακόλουθος διάλογος ανάμεσα στις δύο ομάδες:

-Μέλισσα – Μέλισσα.

-Μέλι γλυκύτατο.

-Σε ποιον παραγγείλατε;

-(π.χ.) Στον Παναγιώτη

Τότε αυτός ο παίχτης τρέχει κατά πάνω τους και πέφτει με δύναμη σε όποιο πιάσιμο χεριών του φαίνεται το πιο αδύναμο. Αν καταφέρει να σπάσει το δεσμό των χεριών, παίρνει ένα παιδί από την ομάδα και το φέρνει στην δικιά του. Αντίθετα αν δεν μπορέσει να σπάσει την ένωση, μένει ο ίδιος με την άλλη ομάδα.

30.Ο Βασιλιάς

Αυτό το παιχνίδι παίζεται από 3 παιδιά και πάνω. Αρχικά ορίζεται «ο βασιλιάς» κατά τα γνωστά. Ύστερα γίνεται ο ακόλουθος διάλογος ανάμεσα στον βασιλιά και στα άλλα παιδιά:

Βασιλιά-Βασιλιά, με τα δώδεκα σπαθιά, τι ώρα είναι;

– Ώρα για δουλειά.

– Τι δουλειά;

– Τεμπελιά.

Τότε τα παιδιά αρχίζουν να μιμούνται μια δουλειά, χωρίς να μιλούν. Ο βασιλιάς πρέπει να μαντέψει τι δουλειά κάνουν. Αν δεν το βρει είναι υποχρεωμένος να μιμηθεί το ζώο που θα του πουν τα παιδιά.

31.Ο ρολογάς

Ένα παιδί γίνεται ρολογάς (με έναν από τους τρόπους που αναφέρθηκαν στην αρχή) και τα αλλά παιδιά κάθονται απέναντι του. Το πρώτο παιδί φωνάζει:

Ρολογά-ρολογά, τι ώρα είναι;

-Δύο ώρες μπροστά και το παιδί κάνει δύο βήματα μπροστά.

Μετά ρωτάει το δεύτερο παιδί:

Ρολογά-ρολογά, τι ώρα είναι;

-Μία ώρα πίσω και το παιδί κάνει ένα βήμα πίσω.

Με τη σειρά τους ρωτάνε όλα τα παιδιά και ο ρολογάς απαντάει ανάλογα με τις προτιμήσεις που έχει. Τα παιδιά προσπαθούν να κάνουν μεγάλα βήματα μπροστά και μικρά πίσω. Όποιο παιδί φτάσει πρώτο κοντά στο ρολογά, παίρνει τη θέση του, γίνεται αυτό ρολογάς και ξαναρχίζει το παιχνίδι.

32.Νομ’ φωτίτσα

Το παιχνίδι παίζεται από δύο παιδιά συνήθως 4 έως 8 ετών. Το ένα παιδί ενώνει αντικριστά τις άκρες των δακτύλων των χεριών του ώστε να σχηματίζεται εσωτερικά κούφωμα. Τα δάκτυλα πρέπει να είναι αραιωμένα σχηματίζοντας σκαλίτσα. Το άλλο παιδί ακουμπά το δάκτυλό του στο πρώτο σκαλί λέγοντας:

-Νομ’ φωτίτσα

-Ανέβα παραπανίτσα, απαντά το άλλο παιδί.

Τοποθετεί το δάχτυλο στο επόμενο σκαλί και ξαναλέει:

-Νομ’ φωτίτσα

-Ανέβα παραπανίτσα.

Ο διάλογος συνεχίζεται μέχρι να φτάσουν στο τελευταίο σκαλί.

-Νομ’ φωτίτσα

-Εμπα μέσα και πάρε.

-Θα με τσιμπήσει η κλώσα;

-Της έδωσα ψωμάκι και πήγε στα πουλάκια της.

-Θα με φάει η γάτα;

-Της έδωσα ψωμάκια και πήγε στα γατάκια της.

-Θα με φάει το σκυλί;

-Του έδωσα ψωμάκι και πήγε στα προβατάκια.

Τότε το παιδί βάζει το χέρι του μέσα στο κούφωμα. Το άλλο παιδί του πιάνει το χέρι γαυγίζοντας ενώ όλη η παρέα γελάει. Το παιχνίδι συνεχίζεται με άλλο ζευγάρι.