Επί Τουρκοκρατίας πολλοί Έλληνες μη αντέχοντας τη σκλαβιά και τη φτώχεια αναγκάστηκαν να ανέβουν στα βουνά και να γίνουν κλέφτες. Μετά την απελευθέρωση ύστερα από την επανάσταση του 1821 αρκετοί αγωνιστές προσχώρησαν στις συμμορίες των ληστών λόγω της αδιαφορίας που έδειξε το νεοσύστατο ελληνικό κράτος προς αυτούς με αποτέλεσμα να βρεθούν χωρίς πόρους. Η ληστεία κατά τον 19ο αιώνα γνώρισε περιόδους έξαρσης και ύφεσης. Στη συνείδηση του λαού ο ληστής θεωρούνταν ήρωας ίσως επειδή δεν μπορούσε να ξεχωρίσει τον προεπαναστατικό κλέφτη από τον νέο κλέφτη-ληστή.Τα γεγονότα που είχαν τη μεγαλύτερη απήχηση τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό ήταν τα ακόλουθα: Η απαγωγή του Γάλλου λοχαγού Μπερτό στις 23 Σεπτεμβρίου 1855 από τη συμμορία του διαβόητου αρχιληστή Χρήστου Νταβέλη, ο οποίος αφέθηκε ελεύθερος ύστερα από την καταβολή λύτρων από την ελληνική κυβέρνηση. Η απαγωγή ξένων περιηγητών από τους αρχιληστές Χρήστο και Τάκο Αρβανιτάκη στον Μαραθώνα και η δολοφονία τους στις 9 Απριλίου 1870 στο Δήλεσι της Βοιωτίας.Η Φθιώτιδα υπέφερε σε μεγάλο βαθμό από τις ληστοσυμμορίες και για τον πρόσθετο λόγο ότι μέχρι το 1881 αποτελούσε παραμεθόρια περιοχή με εκτεταμένα σύνορα. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα οι ληστές όταν καταδιώκονταν από τα αποσπάσματα να καταφεύγουν στου Τουρκικό έδαφος, όπου τους υπέθαλπαν οι δερβεναγάδες.
Οι μεγαλύτερες ληστείες, που καταγράφηκαν είναι: Στις 22 Ιουνίου 1835 εβδομήντα ληστές υπό τον αρχιληστή Σπύρο Μαλισσόβα όρμησαν στη Στυλίδα, όπου με την απειλή των όπλων λαφυραγώγησαν την πόλη αφήνοντας πίσω τους ένα νεκρό και εννέα τραυματίες. Στις 16 ή 17 Σεπτεμβρίου 1852 πολυάριθμες ληστοσυμμορίες των αρχιληστών Αναστασίου Καλαμάτα, Γεωργίου Κυριάκου, Σωτήρη Σκαμπάρδονη και Κελεπούρη λεηλάτησαν το παραμεθόριο χωριό Γλύφα αφήνοντας πίσω τους περί τους δέκα πέντε νεκρούς και τεράστιες υλικές καταστροφές. Το 1868 συνέβη το τρομερό γεγονός της απαγωγής και αιχμαλωσίας των μαθητών του αλληλοδιδακτικού Δημοτικού σχολείου του Γαρδικίου Ομιλαίων και του φόνου δύο εξ αυτών από τη ληστοσυμμορία των αδελφών ληστάρχων Τάκου και Χρίστου Αρβανιτάκη. Το καλοκαίρι του 1894 ο εισαγγελέας Λαμίας Λεωνίδας Ροζάκης και ο ανακριτής Γεώργιος Αγγελής έπεσαν σε ενέδρα του αρχιληστή Θανάση Παπακυριτσόπουλου στην περιοχή της Υπάτης. Σκοτώθηκαν στη μάχη που ακολούθησε αργότερα ανάμεσα στα διωκτικά αποσπάσματα και στους ληστές. Τιμητικά δόθηκε το όνομά τους σε κεντρικό δρόμο της Λαμίας, η γνωστή οδός Ροζάκη-Αγγελή.Δεν ξέφυγε ούτε το Περιβόλι από τη ληστρική δραστηριότητα, όπως φαίνεται από τα παρακάτω δημοσιεύματα εφημερίδων της Λαμίας του έτους 1876.«Βέβαιον και αληθές είναι ότι η συμμορία εκ πέντε ατόμων σχηματισθείσα μετέβη εις το χωρίον Δερελή του Οθωμανικού κράτους την 15ην τρέχοντος εν τη οικία Τζαβίδαινας τινός ονομαζομένης και διέπραξε ληστεία. Επανερχόμενοι όμως στην Ελληνικήν επικράτειαν επυροβολήθη και κατεδιώχθη την ιδίαν νύκτα παρά των εν Μοχλούκα σταθμευόντων στρατιωτών και εγκαταλείπουσα έν όπλον και μίαν πήραν διέφυγε. Αυστηράς δε καταδιώξεως γενομένης εκ μέρους των πολιτικών τε και στρατιωτικών αρχών κατά την 17ην του ιδίου μηνός συνελήφθησαν εν τινι οικία του χωρίου Γιαννιτσούς οι τρεις εξ αυτών, ονομαζόμενοι Ιωάννης Μπαρμπάτσης ή Ταμαρέλος, Ευάγγελος Κλίγκας και Θωμάς Καραγκούνης, βραδύτερον δε συνελήφθη και έτερος ονομαζόμενος Αθανάσιος Σταθόπουλος, οίτινες εισί πάντες φυγόδικοι και διατελούσαν ήδη εν ταις ενταύθα φυλακαίς. Ελπίζεται δε όσον ούπω να κατορθωθή η σύλληψις και του πέμπτου και τελευταίου Αντωνίου Ζόγα ονόματι, ώστε η μόνη ληστρική συμμορία μόλις εσχηματίσθη και διά της εκ μέρους των αρχών συντόνου καταδιώξεως εξέλιπε» (Εφημερίδα «ΦΩΝΗ ΤΟΥ ΛΑΟΥ» της Λαμίας 26-3-1876, αριθμός φύλλου 660).«Προσέτι ευχαρίστως αναγγέλλομεν, ότι συνελήφθησαν δύο εκ των ληστευσάντων την 15ην προς την 16ην Μαρτίου την χήρα γυναίκα Χονδρογιάννη μετά της θυγατρός της εις Δερελή της επαρχίας Δομοκού και παρεδόθησαν εις χείρας της δικαιοσύνης» (εφημερίδα ΦΑΡΟΣ ΤΗΣ ΟΘΡΥΟΣ της Λαμίας 27-3-1876 αριθμός φύλλου 887).
Στο διάστημα αυτό έδρασαν οι ληστές Δημήτριος Τάγκας καθώς και ο Γεωργαλής με τον Δημητρακόπουλο. Ο Τάγκας δεν είχε δημιουργήσει συμμορία, αλλά ενεργούσε μόνος του ή με τη συνεργασία ελάχιστων συντρόφων έχοντας έμπιστους συνεργάτες, πληροφοριοδότες σε διάφορα χωριά. Στο Περιβόλι συνέλαβε αρχικά τον Δημήτριο Αντωνόπουλο στο «Μπουγάζι» και ζήτησε λύτρα ύψους 25.000 δραχμών για να τον απελευθερώσει. Αργότερα συνέλαβε και έδεσε τον αδελφό του Χρήστο, ο οποίος μη γνωρίζοντας τίποτα πήγε στο μαντρί. Αυτός εξαιτίας των κακουχιών έπαθε υγρά πλευρίτιδα και τελικά έχασε τη ζωή του το 1930. Ο Τάγκας σκοτώθηκε στο χωριό Αχλαδιά, όπου είχε μεταβεί με σκοπό τη ληστεία, από μέλη της οικογένειας Πολύζου.Η ληστεία δέχτηκε ισχυρό πλήγμα μετά το 1874 χάρη στη συνεργασία του νεοδιορισθέντος Γενικού Δερβέναγα Θεσσαλίας Μεχμέτ Αλή πασά και του Νομάρχη Φθιωτιδοφωκίδος Π.Βακάλογλου. Ο Τούρκος πασάς κατεδίωξε με ζήλο τη ληστεία στο Τουρκικό έδαφος και κατόρθωσε να την περιορίσει σημαντικά. Στις 15 Μαΐου 1874 επισκέφτηκε τη Λαμία με σκοπό τον συντονισμό των ενεργειών Ελλήνων και Τούρκων για την αποτελεσματική αντιμετώπιση της ληστείας στις παραμεθόριες περιοχές.Τη χαριστική βολή στη ληστεία έδωσε η Κυβέρνηση του Ελευθερίου Βενιζέλου το 1928 με τα μέτρα που έλαβε, ο οποίος προεκλογικά είχε υποσχεθεί: «Κύριος σκοπός της Κυβερνήσεώς μου, θα είναι η εξόντωσις της ληστείας. Εάν εις το σημείον αυτό αποτύχω, θα θεωρήσω υποχρέωσίν να παραιτηθώ, έστω και αν επιτύχω εις όλα τα άλλα σημεία του προγράμματός μου». Ό,τι απέμεινε από τη ληστεία εξαφανίστηκε με τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και έτσι ησύχασε ο τόπος, ιδίως η ύπαιθρος.