Η λίμνη Ξυνιάδος είναι γνωστή από την αρχαιότητα. Ήταν σχηματισμένη στο βαθύτερο τμήμα του υψιπέδου του Δομοκού, νοτιοδυτικά της ομώνυμης πόλης ανάμεσα στη σιδηροδρομική γραμμή Αθήνας-Θεσσαλονίκης και την παλιά εθνική οδό Αθήνας-Θεσσαλονίκης. Είχε σχήμα ελλειψοειδές και ο μεγάλος άξονας είχε μήκος 7 περίπου χιλιόμετρα ενώ ο μικρός 5 χιλιόμετρα. Περιμετρικά ήταν χτισμένα τα χωριά Άγιος Γεώργιος, Ξυνιάδα (Δαουκλή), Κορομηλιά, Άγιος Στέφανος (Νεζερός), Περιβόλι (Δερελί), Μακρυρράχη (Καΐτσα), Παναγία και Ομβριακή. Πήρε το όνομά της από την κοντινή αρχαία πόλη Ξυνία. Σύμφωνα με τη μυθολογία μία κοπέλα ονόματι Ξυνιά, πήγε να πάρει νερό από τη βρύση, αλλά ξέχασε να την κλείσει με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί η λίμνη. Η βρύση αυτή τοποθετείται στο μάτι του χωριού Παναγιά.Η λίμνη κάλυπτε έκταση 28.000-32.000 στρεμμάτων, ανάλογα με την εποχή. Το μέγιστο ύψος των νερών ήταν τα 463 μέτρα από την επιφάνεια της θάλασσας. Το βάθος των καθαρών νερών ήταν 4-5,50 μέτρα. Τροφοδοτούνταν με νερό από πολλούς χειμάρρους (Δερελιώτη, Μπουγάζι, Ιτιόρεμμα, Πλατανόρεμμα, κλπ.) και πηγές (Πέντε Βρύσες του Αγίου Στεφάνου, βρύση της Παναγίας, Μεγάλη Βρύση Ομβριακής, Άμμος, Άγιος Δημήτριος κλπ.) και μια πηγή που ανέβλυσε μέσα στη λίμνη στα ανατολικά της. Τα νερά που πλεόναζαν σε περίοδο πλημμυρών διέφευγαν από το βορειοδυτικό άκρο προς τον χείμαρρο Ονόχωνο και το ποτάμι των Σοφάδων, που κατέληγε στον Πηνειό ποταμό. Στο ανατολικό άκρο υπήρχαν δύο νησάκια συνολικής έκτασης 500-600 στρεμμάτων.Η παράδοση αναφέρει ότι κάποτε επί τουρκοκρατίας η λίμνη πάγωσε και στρώμα χιονιού κάλυψε τον πάγο. Ένας Τούρκος πασάς διέσχισε τη λίμνη με το ιππικό του ερχόμενος από την Ομβριακή. Όταν έφτασε στον Νεζερό και του ανέφεραν ότι πέρασαν πάνω από παγωμένη λίμνη, εξεπλάγη, ευχαρίστησε το Θεό που γλίτωσε και έχτισε την εκκλησία του Αγίου Στεφάνου, γιατί ήταν η 27η Δεκεμβρίου.

Πινακίδα στον Άγιο Στέφανο που θυμίζει το πέρασμα της παγωμένης λίμνης Ξυνιάδας από το τουρκικό ιππικό

Η λίμνη ήταν ένας καταπληκτικός υδροβιότοπος με ποικίλες ωφέλειες για τα γύρω χωριά. Πρώτα απ’ όλα ήταν ένα θαυμάσιο τοπίο. Είναι βέβαιο ότι αν η λίμνη παρέμεινε θα είχε αξιοποιηθεί τουριστικά, όπως συμβαίνει με άλλες λίμνες. Επηρέαζε σε μεγάλο βαθμό το κλίμα της περιοχής. Το κλίμα ήταν υγρό και ήπιο. Το ετήσιο ύψος της βροχής ήταν 600-700 χιλιοστά. Η θερμοκρασία δεν έπεφτε ποτέ κάτω από -6ο C τον χειμώνα ενώ το καλοκαίρι δεν ξεπερνούσε τους 37ο C.Επηρέαζε επίσης την πανίδα και τη χλωρίδα. Η βλάστηση γύρω από τη λίμνη ήταν πλούσια. Πυκνά και ψηλά καλάμια, φουσκίδι και ραγάζι αποτελούσαν τα κυριότερα φυτά, ενώ περιμετρικά στα τσαΐρια φύτρωναν χόρτα για βοσκή και λουλούδια σε μεγάλη ποικιλία.Η λίμνη και η πυκνή βλάστηση παρείχαν τη δυνατότητα σε πλήθος πτηνών και άλλων ζώων να βρίσκουν καταφύγιο και πλούσια τροφή. Πελαργοί, χελιδόνια, γκαραβέλια και μια μεγάλη γκάμα από αγριοπούλια, όπως αγριόπαπιες, νερόκοτες, αγριόχηνες, μπεκάτσες, γκαλιαμάνες ζούσαν σε μεγάλους πληθυσμούς. Νεροχελώνες, βάτραχοι και νερόφιδα ήταν τα βασικά αμφίβια ζώα και πολλές οχιές στα νησάκια. Αναφέρεται ότι ζούσαν και μερικά ζευγάρια βίδρες.Το σημαντικότερο όμως απ’ όλα ήταν τα ψάρια. Ζούσαν πολλά είδη ψαριών, όπως η ογγλιά, η πλατίτσα, ο χάνος, ο κέφαλος, η τούρνα, το γλύνι, το χέλι και ο κυπρίνος.  Υπήρχαν δε σε μεγάλες ποσότητες, αρκετές να θρέψουν όχι μόνο τους κατοίκους των παραλίμνιων χωριών αλλά και του κάμπου της Καρδίτσας και της Δυτικής Φθιώτιδας. Ο αριθμός των ψαράδων υπολογίζεται σε 100, από τους οποίους οι περισσότεροι ήταν από την Ομβριακή. Οι Περιβολιώτες ψαράδες καταγράφονται παρακάτω (σελίδα 8;;). Περιβολιώτες ιχθυοπώλες ή κερατζήδες, όπως λέγονταν, αναφέρονται οι Δημήτριος Δάβαλος, Γεώργιος Ν.Παπακώστας και Δημήτριος Τσούμας. Οι κερατζήδες τοποθετούσαν τα ψάρια σε γαλίκια, που τα φόρτωναν στα ζώα για να τα μεταφέρουν και να τα πουλήσουν ακόμα και σε μακρινά χωριά.Στα χρονικά της αλιείας στη λίμνη Ξυνιάδος καταγράφεται και ένα θλιβερό γεγονός. Συνέβη στις 25 Νοεμβρίου 1903. Πέντε ψαράδες ψάρευαν με μια βάρκα, όταν ξαφνικά σηκώθηκε δυνατός άνεμος, ο οποίος ανέτρεψε τη βάρκα. Οι ψαράδες βρέθηκαν στα νερά και προσπάθησαν κολυμπώντας να βγουν στην ξηρά. Κατάφεραν να σωθούν δύο, ο Κωνσταντίνος Σκαλιστήρας και ο Αλ.Υφαντής. Οι άλλοι τρεις, Ηλίας Ζιάκας, Δημήτριος Σιαπέρας και Ροϊνάς, πνίγηκαν. Ήταν το τίμημα της σκληρής και επικίνδυνης δουλειάς του ψαρά.