Οι κάτοικοι φορούσαν τοπικές εθνικές ενδυμασίες. Οι άνδρες μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα φορούσαν φουστανέλα, κάλτσες, γιλέκο, σκούφο και τσαρούχια. Οι κάλτσες ήταν πλεκτές, μακριές, άσπρες και δένονταν με καλτσοδέτες. Αυτή ήταν η επίσημη, η καλή φορεσιά. Καθημερινά φορούσαν το παντελόνι, κοινώς κυλότα, που ήταν φαρδύ μέχρι το γόνατο και στενό παρακάτω και κούμπωνε εξωτερικά με μικρά κουμπιά. Ήταν στενό στη γάμπα για πρακτικούς λόγους, διότι κυκλοφορούσαν συχνά μέσα στο λόγγο ανάμεσα σε πουρνάρια και άλλους θάμνους. Οι κάλτσες ήταν μάλλινες πλεκτές στο χέρι. Στα πόδια φορούσαν τσαρούχια φτιαγμένα από το δέρμα του γουρουνιού, που έσφαζαν τα Χριστούγεννα. Γι’ αυτό λέγονταν γουρουνοτσάρουχα. Μάλλινες ήταν και οι φανέλες που φορούσαν εσωτερικά.
Οι γυναίκες φορούσαν μαλλίνα, μπόλκα, ποδιά, πουκάμισο και μαντήλα. Η μαλλίνα ήταν το μεσοφόρι, το κύριο φόρεμα και ήταν μάλλινο (γι’ αυτό και το όνομα). Η μπόλκα ήταν είδος ζακέτας. Το πουκάμισο και η ποδιά ήταν υφαντά με κέντημα. Στο κεφάλι φορούσαν τη μαντήλα από λεπτό ύφασμα (γάζα). Τα παπούτσια ήταν χαμηλά. Τα χρυσαφικά ήταν λίγα. Σκουλαρίκια στα αυτιά, που τα τρύπαγαν σε πολύ μικρή ηλικία και αλυσίδες στο στήθος, τα γιορντάνια.